- ΜπαμπούλαςWeb MasterΤα έκανες 100!Όποιος γράφει τα πρώτα 100 μηνύματα!Για πάντα εδώ!Για τους Θαμώνες του Φόρουμ!
- FRole : Σχεδίαση Φόρουμ
GRole : Coach Specialist
Αριθμός μηνυμάτων : 384
Ηλικία : 48
Τόπος : Θεσσαλονίκη
Κατάθλιψη: Αίτια και αντιμετώπιση
Δευ 01 Φεβ 2016, 20:18
Η κατάθλιψη βασανίζει ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού· υπολογίζεται πως ο κίνδυνος να νοσήσει οποιοσδήποτε από Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή είναι 10%- 25% για τις γυναίκες και 5%- 12% για τους άντρες, ενώ κάθε στιγμή το 5%- 9% των γυναικών και το 2%- 3% των ανδρών υποφέρουν από αυτή.
Γράφει: Κοκκώλης Κωνσταντίνος: Ψυχίατρος
Εισαγωγή
Η κατάθλιψη βασανίζει ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού· υπολογίζεται πως ο κίνδυνος να νοσήσει οποιοσδήποτε από Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή είναι 10%- 25% για τις γυναίκες και 5%- 12% για τους άντρες, ενώ κάθε στιγμή το 5%- 9% των γυναικών και το 2%- 3% των ανδρών υποφέρουν από αυτή.
Τα ποσοστά αυξάνονται αν υπολογίσουμε και την Δυσθυμία, Άτυπες μορφές και Δευτεροπαθείς Καταθλίψεις (πχ σε Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο). Παρόλα αυτά συχνά η κατάθλιψη δεν αναγνωρίζεται, είτε δεν θεραπεύεται σωστά, ενώ ποσοστό μόνο των περιπτώσεων φτάνει στον ειδικό.
Περίληψη
Κατάθλιψη ονομάζουμε μία ψυχική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από διαταραχή της συναισθηματικής διάθεσης, με συναισθήματα μοναξιάς, απόγνωσης, απελπισίας, χαμηλής αυτοεκτίμησης. Εναλλακτικά ο όρος χρησιμοποιείται για να δηλώσει την προαναφερθείσα διαταραχή στην συναισθηματική διάθεση, οπότε μιλούμε για ένα κλινικό σύνδρομο που μπορεί να εμφανισθεί πρωτογενώς ή δευτερογενώς σαν επιπλοκή πλήθους ψυχικών και σωματικών διαταραχών, άλλοτε για να δηλώσει το σύμπτωμα της κατάθλιψης (δηλαδή το αρνητικό συναίσθημα) και άλλοτε την συναισθηματική διαταραχή η οποία μπορεί να είναι ένα καταθλιπτικό επεισόδιο στα πλαίσια Μείζονος Καταθλιπτικής Διαταραχής, Διπολικής Διαταραχής, Δυσθυμίας, Κυκλοθυμίας, είτε οφειλόμενο σε μία Γενική Ιατρική Κατάσταση, ή Διαταραχή σχετιζόμενη με ουσίες.
Η ανάλυση όλων αυτών ξεφεύγει από τους σκοπούς του άρθρου όπου θα εστιάσουμε κυρίως στην κατάσταση που ονομάζεται "Μείζων Καταθλιπτικό Επεισόδιο"
Αιτιολογία
Δεν είναι ακριβώς γνωστή. Είναι πλέον σαφές ότι συμμετέχουν πολλοί παράγοντες. Μεγάλη σημασία έχουν οι γενετικοί (δηλαδή η κληρονομικότητα) και οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες (ψυχοπιεστικά γεγονότα της ζωής, απώλεια και πένθος κλπ).
Τις τελευταίες δεκαετίες έχει δοθεί μεγάλη έμφαση στις νευροβιολογικές θεωρίες καθότι υπάρχουν σαφή ευρήματα που αφορούν διαταραχές στην λειτουργία του εγκεφάλου (ιδίως στο επίπεδο της νευροδιαβίβασης στα συστήματα των καταχολαμινών και της 5 Υδροξυτρυπταμίνης), διαταραχές της νευροφυσιολογίας του ύπνου και της νευροενδοκρινικής λειτουργίας (πχ υπερέκκριση κορτιζόλης)
Τέλος κάθε ψυχοθεραπευτική σχολή έχει προσφέρει κάποιο μοντέλο ερμηνείας της Κατάθλιψης.
Να σημειωθεί ότι η κατάθλιψη μπορεί να είναι και αποτέλεσμα ενός μεγάλου πλήθους σωματικών νοσημάτων και συνδρόμων (πχ υποθυρεοειδισμού, εγκεφαλικού επεισοδίου, νόσου του Parkinson, χρονίου αλκοολισμού κα), αλλά ακόμα και τότε ο ακριβής μηχανισμός παθογένεσης δεν είναι γνωστός.
Κλινική Εικόνα- Συμπτώματα
Αυτό που έχει σημασία για τους ανθρώπους που υποφέρουν από την Κατάθλιψη δεν είναι η αιτιολογία της (αν και συνήθως αναλώνονται στην άγονη αναζήτηση του "τι φταιει;" άλλοτε με αυτομομφή και άλλοτε με ετερομομφή), αλλά η έγκαιρη αναγνώριση του ότι αυτό που αισθάνονται δεν οφείλεται σε κόπωση, αναξιότητα ή ότι άλλο, αλλά πάσχουν από μία θεραπεύσιμη ψυχική διαταραχή.
Η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από καταθλιπτική διάθεση (ένα "στενάχωρο" συναίσθημα κατά το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας), άγχος (δυσφορία στο στήθος, ανησυχία, νευρικότητα), απελπισία και ανηδονία (δηλαδή πρότερα ευχάριστες δραστηριότητες δεν ικανοποιούν πλέον τον ασθενή), έλλειψη ενέργειας και κόπωση στην ελάχιστη προσπάθεια, καθώς και επιβράδυνση των ψυχοκινητικών λειτουργιών (αργές κινήσεις και βάδισμα, ο ασθενής δυσκολεύεται να σκεφθεί).
Συνυπάρχουν διαταραγμένος ύπνος (ο ασθενής κοιμάται αργά, με διακοπές και άσχημα όνειρα και, χαρακτηριστικά ξυπνά νωρίς τα ξημερώματα με άσχημη διάθεση και αρνητικές σκέψεις), ανορεξία και άλλοτε βουλιμία, απώλεια της σεξουαλικής διάθεσης.
Δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί, παραπονείται για αμνησία, ενώ πλήθος δυσάρεστων σκέψεων κατακλύζουν τον νου, ενίοτε και σκέψεις αυτοκτονίας. Παράλληλα ποικίλα σωματικά ενοχλήματα (πχ δυσκοιλιότητα) συμπληρώνουν την εικόνα.
Εργαστηριακά ευρήματα- Διάγνωση
Η διάγνωση της Κατάθλιψης είναι κλινική και όχι εργαστηριακή. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ευρήματα από το εργαστήριο, αλλά τα ευρήματα αυτά δεν είναι ειδικά για την νόσο. Ούτε και όλα τα προαναφερθέντα συμπτώματα είναι απαραίτητα για να τεθεί η διάγνωση, ενώ πλήθος άλλων συμπτωμάτων που δεν γίνεται να αναφερθούν όλα, μπορεί να συνυπάρχουν.
Υπεύθυνος για την διάγνωση είναι ο ειδικός Ψυχίατρος, ο οποίος οφείλει να κάνει τον απαιτούμενο εργαστηριακό έλεγχο προς αποκλεισμό κάποιας πρωτογενούς σωματικής διαταραχής, όταν υποπτεύεται ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο Γενικός, Οικογενειακός είτε και Παθολόγος ιατρός μπορεί να διαγνώσει ή και να αντιμετωπίσει ακόμη μία ελαφρού έως μετρίου βαθμού κατάθλιψη.
Επιπλοκές
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος στην κατάθλιψη είναι η αυτοκτονία, η οποία μοιάζει σαν μοναδική διέξοδος από την απελπισία, σύμφωνα με τον διαστρεβλωμένο τρόπο σκέψης του καταθλιπτικού ασθενούς. Η έγκαιρη παρέμβαση είναι ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος αυτοκαταστροφής, ο οποίος είναι καλύτερο να υπερεκτιμάται από το να υποτιμάται.
Άλλες πιθανές επιπλοκές μπορεί να προέρχονται από την κακή σίτιση και την εν γένει παραμέληση της φροντίδας του εαυτού, από την κοινωνική απόσυρση (όπου ο ασθενής μπορεί να απέχει από τη εργασία και να αποφεύγει τα κοινωνικά και οικογενειακά στηρίγματα), ενώ σε κάποιες περιπτώσεις η διαστρεβλωμένη σκέψη μπορεί να προσλαμβάνει ψυχωτικό χαρακτήρα (με παραληρητικές ιδέες και ψευδαισθήσεις συνήθως σύντονες με την συναισθηματική διάθεση)
Θεραπεία
Αντίθετα με την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση, η κατάθλιψη είναι μία κατάσταση η οποία αντιμετωπίζεται πλέον επαρκώς και στις περισσότερες των περιπτώσεων (70- 80%) θεραπεύεται, ενώ στις υπόλοιπες ανακουφίζεται σημαντικά.
Στην πρώτη γραμμή της θεραπείας χρησιμοποιούνται τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Υπάρχουν πολλές επιλογές πλέον στην θεραπευτική φαρέτρα καθώς τα παλαιότερα Τρικυκλικά και Τεταρτοκυκλικά φάρμακα (όπως η Αμυτριπτυλίνη και η Χλωριμιμπραμίνη) συμπληρώθηκαν από εξίσου αποτελεσματικά φάρμακα τα οποία χαρακτηρίζονται από λιγότερες παρενέργειες, όπως τους Εκλεκτικούς Αναστρέψιμους Αναστολείς της Μονοαμινοοξειδάσης (Μοκλοβεμίδη), τους Αναστολείς Επαναπρόσληψης της Σεροτονίνης (Παροξετίνη, Φλουβοξαμίνη, Φλουοξετίνη κα), τους Αναστολείς Επαναπρόσληψης Νοραδρεναλίνης- Σεροτονίνης (Βενλαφαξίνη) και τα Νοραδρενεργικά και Ειδικά Σεροτονινεργικά Αντικαταθλιπτικά (Μιρταζαπίνη).
Αυτά χρησιμοποιούνται τόσο θεραπευτικά, όσο και προφυλακτικά, ενώ ο ρόλος της Ηλεκτροσπασμοθεραπείας έχει περιοριστεί πλέον σημαντικά.
Άλλα φάρμακα όπως Αγχολυτικά, Υπναγωγά, Νευροληπτικά, Θυρεοειδικές ορμόνες και το Λίθιο μπορεί να χρησιμοποιηθούν κατ' ένδειξη, αν και ο σύγχρονος Ψυχίατρος οφείλει να αποφεύγει όσο είναι δυνατόν την πολυφαρμακία, και συνήθως ένα αντικαταθλιπτικό, στην σωστή δοσολογία και για επαρκές χρονικό διάστημα, είναι αρκετό.
Η Ψυχοθεραπεία (και ιδίως Γνωσιακής κατεύθυνσης) προσφέρει πολλά και ο ρόλος της είναι ιδιαίτερα σημαντικός κυρίως στην τομέα της πρόληψης των Υποτροπών.
Πρόληψη- Συμβουλές
Είναι δύσκολο να εφαρμοστεί μία επαρκής Πρωτογενής πρόληψη, καθώς η αποφυγή των ψυχοπιεστικών συνθηκών δεν είναι πάντοτε εφικτή. Ωστόσο η διατήρηση μιας καλής σωματικής κατάστασης, με αποφυγή καταχρήσεων και εξαρτήσεων (όπως από αλκοόλ) και η επικοινωνιακή ευχέρεια με υποστηρικτικά συστήματα (όπως η οικογένεια) μπορούν να προσφέρουν.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, με την αναγνώριση κάποιων συμπτωμάτων, μεγάλη σημασία έχει η έγκαιρη επικοινωνία με τον ειδικό Ψυχίατρο. Καθώς στο 50%- 60% των περιπτώσεων η νόσος είναι υποτροπιάζουσα, αναγκαία είναι σε κάποιες περιπτώσεις η μακρόχρονη παρακολούθηση του ασθενούς.
Η συνήθης αντιμετώπιση για την Ελληνική κοινωνία, που συνίσταται στο: "θα το ξεπεράσω μόνος μου", είτε: "πρέπει να το παλέψεις", δεν αποφέρει κανένα όφελος, καθώς ο ασθενής και η οικογένεια δεν γνωρίζουν συνήθως την φύση της κατάστασης που αντιμετωπίζουν, ενώ αθεράπευτη η νόσος διαρκεί 6- 9 μήνες, περισσότερο από 50% υποτροπιάζει, και το 10% των περιπτώσεων καταλήγει στην χρονιότητα.
Η έγκαιρη παρέμβαση, υπό την καθοδήγηση του ειδικού, περιορίζει την διάρκεια σε λίγες εβδομάδες και ελέγχει αποτελεσματικά την μακρόχρονη πορεία της διαταραχής.
Γράφει: Κοκκώλης Κωνσταντίνος: Ψυχίατρος
Εισαγωγή
Η κατάθλιψη βασανίζει ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού· υπολογίζεται πως ο κίνδυνος να νοσήσει οποιοσδήποτε από Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή είναι 10%- 25% για τις γυναίκες και 5%- 12% για τους άντρες, ενώ κάθε στιγμή το 5%- 9% των γυναικών και το 2%- 3% των ανδρών υποφέρουν από αυτή.
Τα ποσοστά αυξάνονται αν υπολογίσουμε και την Δυσθυμία, Άτυπες μορφές και Δευτεροπαθείς Καταθλίψεις (πχ σε Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο). Παρόλα αυτά συχνά η κατάθλιψη δεν αναγνωρίζεται, είτε δεν θεραπεύεται σωστά, ενώ ποσοστό μόνο των περιπτώσεων φτάνει στον ειδικό.
Περίληψη
Κατάθλιψη ονομάζουμε μία ψυχική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από διαταραχή της συναισθηματικής διάθεσης, με συναισθήματα μοναξιάς, απόγνωσης, απελπισίας, χαμηλής αυτοεκτίμησης. Εναλλακτικά ο όρος χρησιμοποιείται για να δηλώσει την προαναφερθείσα διαταραχή στην συναισθηματική διάθεση, οπότε μιλούμε για ένα κλινικό σύνδρομο που μπορεί να εμφανισθεί πρωτογενώς ή δευτερογενώς σαν επιπλοκή πλήθους ψυχικών και σωματικών διαταραχών, άλλοτε για να δηλώσει το σύμπτωμα της κατάθλιψης (δηλαδή το αρνητικό συναίσθημα) και άλλοτε την συναισθηματική διαταραχή η οποία μπορεί να είναι ένα καταθλιπτικό επεισόδιο στα πλαίσια Μείζονος Καταθλιπτικής Διαταραχής, Διπολικής Διαταραχής, Δυσθυμίας, Κυκλοθυμίας, είτε οφειλόμενο σε μία Γενική Ιατρική Κατάσταση, ή Διαταραχή σχετιζόμενη με ουσίες.
Η ανάλυση όλων αυτών ξεφεύγει από τους σκοπούς του άρθρου όπου θα εστιάσουμε κυρίως στην κατάσταση που ονομάζεται "Μείζων Καταθλιπτικό Επεισόδιο"
Αιτιολογία
Δεν είναι ακριβώς γνωστή. Είναι πλέον σαφές ότι συμμετέχουν πολλοί παράγοντες. Μεγάλη σημασία έχουν οι γενετικοί (δηλαδή η κληρονομικότητα) και οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες (ψυχοπιεστικά γεγονότα της ζωής, απώλεια και πένθος κλπ).
Τις τελευταίες δεκαετίες έχει δοθεί μεγάλη έμφαση στις νευροβιολογικές θεωρίες καθότι υπάρχουν σαφή ευρήματα που αφορούν διαταραχές στην λειτουργία του εγκεφάλου (ιδίως στο επίπεδο της νευροδιαβίβασης στα συστήματα των καταχολαμινών και της 5 Υδροξυτρυπταμίνης), διαταραχές της νευροφυσιολογίας του ύπνου και της νευροενδοκρινικής λειτουργίας (πχ υπερέκκριση κορτιζόλης)
Τέλος κάθε ψυχοθεραπευτική σχολή έχει προσφέρει κάποιο μοντέλο ερμηνείας της Κατάθλιψης.
Να σημειωθεί ότι η κατάθλιψη μπορεί να είναι και αποτέλεσμα ενός μεγάλου πλήθους σωματικών νοσημάτων και συνδρόμων (πχ υποθυρεοειδισμού, εγκεφαλικού επεισοδίου, νόσου του Parkinson, χρονίου αλκοολισμού κα), αλλά ακόμα και τότε ο ακριβής μηχανισμός παθογένεσης δεν είναι γνωστός.
Κλινική Εικόνα- Συμπτώματα
Αυτό που έχει σημασία για τους ανθρώπους που υποφέρουν από την Κατάθλιψη δεν είναι η αιτιολογία της (αν και συνήθως αναλώνονται στην άγονη αναζήτηση του "τι φταιει;" άλλοτε με αυτομομφή και άλλοτε με ετερομομφή), αλλά η έγκαιρη αναγνώριση του ότι αυτό που αισθάνονται δεν οφείλεται σε κόπωση, αναξιότητα ή ότι άλλο, αλλά πάσχουν από μία θεραπεύσιμη ψυχική διαταραχή.
Η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από καταθλιπτική διάθεση (ένα "στενάχωρο" συναίσθημα κατά το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας), άγχος (δυσφορία στο στήθος, ανησυχία, νευρικότητα), απελπισία και ανηδονία (δηλαδή πρότερα ευχάριστες δραστηριότητες δεν ικανοποιούν πλέον τον ασθενή), έλλειψη ενέργειας και κόπωση στην ελάχιστη προσπάθεια, καθώς και επιβράδυνση των ψυχοκινητικών λειτουργιών (αργές κινήσεις και βάδισμα, ο ασθενής δυσκολεύεται να σκεφθεί).
Συνυπάρχουν διαταραγμένος ύπνος (ο ασθενής κοιμάται αργά, με διακοπές και άσχημα όνειρα και, χαρακτηριστικά ξυπνά νωρίς τα ξημερώματα με άσχημη διάθεση και αρνητικές σκέψεις), ανορεξία και άλλοτε βουλιμία, απώλεια της σεξουαλικής διάθεσης.
Δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί, παραπονείται για αμνησία, ενώ πλήθος δυσάρεστων σκέψεων κατακλύζουν τον νου, ενίοτε και σκέψεις αυτοκτονίας. Παράλληλα ποικίλα σωματικά ενοχλήματα (πχ δυσκοιλιότητα) συμπληρώνουν την εικόνα.
Εργαστηριακά ευρήματα- Διάγνωση
Η διάγνωση της Κατάθλιψης είναι κλινική και όχι εργαστηριακή. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ευρήματα από το εργαστήριο, αλλά τα ευρήματα αυτά δεν είναι ειδικά για την νόσο. Ούτε και όλα τα προαναφερθέντα συμπτώματα είναι απαραίτητα για να τεθεί η διάγνωση, ενώ πλήθος άλλων συμπτωμάτων που δεν γίνεται να αναφερθούν όλα, μπορεί να συνυπάρχουν.
Υπεύθυνος για την διάγνωση είναι ο ειδικός Ψυχίατρος, ο οποίος οφείλει να κάνει τον απαιτούμενο εργαστηριακό έλεγχο προς αποκλεισμό κάποιας πρωτογενούς σωματικής διαταραχής, όταν υποπτεύεται ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο Γενικός, Οικογενειακός είτε και Παθολόγος ιατρός μπορεί να διαγνώσει ή και να αντιμετωπίσει ακόμη μία ελαφρού έως μετρίου βαθμού κατάθλιψη.
Επιπλοκές
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος στην κατάθλιψη είναι η αυτοκτονία, η οποία μοιάζει σαν μοναδική διέξοδος από την απελπισία, σύμφωνα με τον διαστρεβλωμένο τρόπο σκέψης του καταθλιπτικού ασθενούς. Η έγκαιρη παρέμβαση είναι ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος αυτοκαταστροφής, ο οποίος είναι καλύτερο να υπερεκτιμάται από το να υποτιμάται.
Άλλες πιθανές επιπλοκές μπορεί να προέρχονται από την κακή σίτιση και την εν γένει παραμέληση της φροντίδας του εαυτού, από την κοινωνική απόσυρση (όπου ο ασθενής μπορεί να απέχει από τη εργασία και να αποφεύγει τα κοινωνικά και οικογενειακά στηρίγματα), ενώ σε κάποιες περιπτώσεις η διαστρεβλωμένη σκέψη μπορεί να προσλαμβάνει ψυχωτικό χαρακτήρα (με παραληρητικές ιδέες και ψευδαισθήσεις συνήθως σύντονες με την συναισθηματική διάθεση)
Θεραπεία
Αντίθετα με την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση, η κατάθλιψη είναι μία κατάσταση η οποία αντιμετωπίζεται πλέον επαρκώς και στις περισσότερες των περιπτώσεων (70- 80%) θεραπεύεται, ενώ στις υπόλοιπες ανακουφίζεται σημαντικά.
Στην πρώτη γραμμή της θεραπείας χρησιμοποιούνται τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Υπάρχουν πολλές επιλογές πλέον στην θεραπευτική φαρέτρα καθώς τα παλαιότερα Τρικυκλικά και Τεταρτοκυκλικά φάρμακα (όπως η Αμυτριπτυλίνη και η Χλωριμιμπραμίνη) συμπληρώθηκαν από εξίσου αποτελεσματικά φάρμακα τα οποία χαρακτηρίζονται από λιγότερες παρενέργειες, όπως τους Εκλεκτικούς Αναστρέψιμους Αναστολείς της Μονοαμινοοξειδάσης (Μοκλοβεμίδη), τους Αναστολείς Επαναπρόσληψης της Σεροτονίνης (Παροξετίνη, Φλουβοξαμίνη, Φλουοξετίνη κα), τους Αναστολείς Επαναπρόσληψης Νοραδρεναλίνης- Σεροτονίνης (Βενλαφαξίνη) και τα Νοραδρενεργικά και Ειδικά Σεροτονινεργικά Αντικαταθλιπτικά (Μιρταζαπίνη).
Αυτά χρησιμοποιούνται τόσο θεραπευτικά, όσο και προφυλακτικά, ενώ ο ρόλος της Ηλεκτροσπασμοθεραπείας έχει περιοριστεί πλέον σημαντικά.
Άλλα φάρμακα όπως Αγχολυτικά, Υπναγωγά, Νευροληπτικά, Θυρεοειδικές ορμόνες και το Λίθιο μπορεί να χρησιμοποιηθούν κατ' ένδειξη, αν και ο σύγχρονος Ψυχίατρος οφείλει να αποφεύγει όσο είναι δυνατόν την πολυφαρμακία, και συνήθως ένα αντικαταθλιπτικό, στην σωστή δοσολογία και για επαρκές χρονικό διάστημα, είναι αρκετό.
Η Ψυχοθεραπεία (και ιδίως Γνωσιακής κατεύθυνσης) προσφέρει πολλά και ο ρόλος της είναι ιδιαίτερα σημαντικός κυρίως στην τομέα της πρόληψης των Υποτροπών.
Πρόληψη- Συμβουλές
Είναι δύσκολο να εφαρμοστεί μία επαρκής Πρωτογενής πρόληψη, καθώς η αποφυγή των ψυχοπιεστικών συνθηκών δεν είναι πάντοτε εφικτή. Ωστόσο η διατήρηση μιας καλής σωματικής κατάστασης, με αποφυγή καταχρήσεων και εξαρτήσεων (όπως από αλκοόλ) και η επικοινωνιακή ευχέρεια με υποστηρικτικά συστήματα (όπως η οικογένεια) μπορούν να προσφέρουν.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, με την αναγνώριση κάποιων συμπτωμάτων, μεγάλη σημασία έχει η έγκαιρη επικοινωνία με τον ειδικό Ψυχίατρο. Καθώς στο 50%- 60% των περιπτώσεων η νόσος είναι υποτροπιάζουσα, αναγκαία είναι σε κάποιες περιπτώσεις η μακρόχρονη παρακολούθηση του ασθενούς.
Η συνήθης αντιμετώπιση για την Ελληνική κοινωνία, που συνίσταται στο: "θα το ξεπεράσω μόνος μου", είτε: "πρέπει να το παλέψεις", δεν αποφέρει κανένα όφελος, καθώς ο ασθενής και η οικογένεια δεν γνωρίζουν συνήθως την φύση της κατάστασης που αντιμετωπίζουν, ενώ αθεράπευτη η νόσος διαρκεί 6- 9 μήνες, περισσότερο από 50% υποτροπιάζει, και το 10% των περιπτώσεων καταλήγει στην χρονιότητα.
Η έγκαιρη παρέμβαση, υπό την καθοδήγηση του ειδικού, περιορίζει την διάρκεια σε λίγες εβδομάδες και ελέγχει αποτελεσματικά την μακρόχρονη πορεία της διαταραχής.
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης